Έφυγα

Ίσως δεν έχει γίνει ακόμα αρκετά προφανές, γιατί αρκετοί με ρωτάτε αν έφυγα από την Ιαπωνία. Ίσως το ότι συνεχίζω τα σχετικά θεματικά άρθρα δεν βοήθησε και πολύ να γίνει αντιληπτό. Η αλήθεια είναι ότι μετά από σχεδόν έξι χρόνια εγκατέλειψα την Ιαπωνία οριστικά. Αρκετοί το θεώρησαν παράλογο, πολλοί μου έκλειναν το μάτι και μου έλεγαν «άντε τώρα, στην Αμερική». Ήρθε η ώρα όμως να σας πω τι μέτρησε στο δικό μου κεφάλι για να πάρω αυτήν την απόφαση.

Στην αρχή, νόμιζα ότι πήγαινα στην Ιαπωνία για δυο χρονάκια. (Τα δύο χρονάκια έγιναν δυόμισι, επειδή μες στην αφασία μου είχα ξεχάσει να προσμετρήσω το ένα εξάμηνο προετοιμασίας ως φοιτητής-ερευνητής). Σταδιακά, σκέφτηκα ότι ίσως ήταν καλύτερο να κυνηγήσω ένα διδακτορικό, μιας και είναι μόνο τρία χρόνια στην Ιαπωνία, αντί για τα τέσσερα-πέντε χρόνια που χρειάζονται συνήθως σε άλλες χώρες. Η ιαπωνική κυβέρνηση είχε αρχίσει να υποχρηματοδοτεί το πρόγραμμα υποτρόφων και να κόβει τις επεκτάσεις υποτροφίας, αλλά είχα αρκετά καλό βαθμό πτυχίου, οπότε ήμουν σχετικά σίγουρη ότι θα μπορούσα να συνεχίσω. Εναλλακτικά, θα ζητούσα πρόσληψη πλήρους απασχόλησης στην δουλειά που είχα ήδη και θα μάζευα κάποια χρόνια εργασιακής εμπειρίας στο Τόκιο. Τελικά, άρχισα το διδακτορικό, κάτι που φάνηκε εξαιρετικά επιτυχημένη και σταθερή επιλογή ένα εξάμηνο αργότερα, όταν και ξεκίνησε η κορονοκαταστροφή και ο κόσμος φαινόταν να καταρρέει.  

Στα σχέδιά μου, δε σκεφτόμουν ποτέ την Ιαπωνία ως μια χώρα στην οποία θα έμενα μόνιμα. Αρχικά, είναι υπερβολικά μακριά. Μακριά τόσο γεωγραφικά και χρονικά, όσο και πολιτισμικά. Μακριά από κάθε τι που θεωρώ γνωστό, από την οικογένειά μου, το φαγητό, την κουλτούρα και τα έθιμα. Θα μου πει κανείς ότι όλα αυτά δεν είναι τόσο απαραίτητα, και θα έχει δίκιο. Ταξίδευα πίσω μια φορά στον ενάμιση χρόνο και αυτό ήταν ήδη αρκετά συχνό. Τις τελευταίες δύο φορές που ταξίδεψα από Ιαπωνία στην Ελλάδα, στις τρεις βδομάδες σκεφτόμουν ήδη «αχ, κουράστηκα, βαρέθηκα, ώρα να πάω σπίτι». Όταν γυρνούσα Τόκιο, ένιωθα όντως σαν να γυρνάω στη βάση μου, στη ρουτίνα μου, σε αυτό που ξέρω και έχω συνηθίσει. Αλλά και πάλι, κάτι εμπόδιζε το μυαλό μου στο να δει αυτή την χώρα μακροπρόθεσμα. Ίσως να έφταιγε ότι οι φίλοι που έκανα στο Τόκιο έφευγαν ένας ένας για άλλες χώρες και με άφηναν μόνη, ή ότι δεν είχα σχέση με κάποιον Ιάπωνα/Γιαπωνέζα όπως οι περισσότεροι που γίνονται μόνιμοι κάτοικοι.

Παρόλα αυτά, είχα στο μυαλό μου να μείνω άλλα δυο-τρία χρόνια μετά την αποφοίτηση του διδακτορικού για να δουλέψω. Είχα ψάξει τις προϋποθέσεις για να αποκτήσω άδεια μόνιμου κατοίκου. Όχι ότι θα την έπαιρνα με μόλις πέντε χρόνια διαμονής, αλλά θα μπορούσα τουλάχιστον να αιτηθώ. (Έχω ακούσει ιστορίες για αγρίους, για συζύγους Ιαπώνων πολιτών με παιδιά και σπίτια και δεκαετία διαμονής στην πλάτη τους, των οποίων οι αιτήσεις διαδοχικά απορρίπτονται). Για ιαπωνικό διαβατήριο, δεν γίνεται καν λόγος. Η Ιαπωνία δεν παρέχει δικαίωμα διπλής υπηκοότητας, άρα τα παιδιά πρέπει να διαλέξουν ένα διαβατήριο όταν ενηλικιωθούν και οι μετανάστες πρέπει να απαρνηθούν την υπηκοότητά τους ώστε να πάρουν την Ιαπωνική. Μια φίλη μου μπήκε μόλις σε αυτή τη διαδικασία, ακριβώς επειδή θέλει να απαρνηθεί για πάντα τη χώρα της, οπότε θα σας πω πώς θα πάει. Όχι βέβαια ότι το ιαπωνικό διαβατήριο δίνει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα σε κάποιον που διαθέτει ήδη διαβατήριο ευρωπαϊκής χώρας. Είναι πολύ εύκολο να ταξιδέψεις οπουδήποτε με το ιαπωνικό, αλλά σε θέματα δικαιώματος εγκατάστασης και εργασίας στο εξωτερικό, το ευρωπαϊκό είναι σαφώς ανώτερο.

Και τελικά, ήρθε η πανδημία και έφερε τα πάνω κάτω. Η Ιαπωνία ήταν πιο προσεκτική από τις υπόλοιπες χώρες, και αυτό με καθησύχασε στην αρχή. Ένιωθα ασφαλής, χωρίς να έχω κλειστεί μέσα σε καθεστώς ακραίου λοκντάουν όπως στην Ευρώπη ή την Κίνα. Σιγά σιγά όμως, οι αντιδράσεις της χώρας φαίνονταν περισσότερο συντηρητικές παρά λογικές. Το γεγονός ότι είχαν κλείσει τα σύνορα για μήνες για όσους είχαν μεν άδεια παραμονής, μόνιμη ή μη, με πλήγωσε βαθιά. Το ότι γίνονταν συζητήσεις στη βουλή αν οι μετανάστες μπορούν να κάνουν το εμβόλιο ή να πάρουν οικονομικά βοηθήματα, παρόλο που πλήρωναν εισφορές και φόρους στο κράτος όπως όλοι οι κάτοικοι, με ξενέρωσε. Ένιωσα ότι ακόμα και αν έπαιρνα μόνιμη άδεια παραμονής, ακόμα και αν περνούσα δυο δεκαετίες στην Ιαπωνία, δεν θα με αντιμετώπιζαν ως «δική τους», έστω για τα τυπικά.

Ταυτόχρονα, έβλεπα γύρω μου σημάδια ύφεσης, τα οποία μου ήταν γνωστά ως παιδί της ελληνικής κρίσης. Η ισοτιμία του γιεν έπεφτε ραγδαία, παρότι παραδοσιακά ανέβαινε σε καιρούς κρίσης, για πρώτη φορά στα χρονικά εμφανιζόταν πληθωρισμός και τα καταστήματα έβαζαν λουκέτο το ένα μετά το άλλο. Η έλλειψη προσαρμοστικότητας και καινοτομίας στην έρευνα με απογοήτευσε. Οι συζητήσεις μου με νεαρά άτομα έβγαζαν μια έντονη απαισιοδοξία και παραίτηση από τη ζωή.  Θεώρησα ότι η Ιαπωνία είναι μια χώρα που ό,τι έκανε, έκανε, χωρίς όραμα για το μέλλον. Ότι στα επόμενα χρόνια θα επιβιώσει, ούσα η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, αλλά με τρομακτικό κόστος στο βιοτικό επίπεδο και την ψυχολογία των κατοίκων.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με άλλους προσωπικούς λόγους, με έκαναν να αποφασίσω ότι μάλλον καλύτερα να φύγω. Ωραία, να φύγω, αλλά να πάω που; Στην Ελλάδα; Στην Αμερική; Στην Αυστραλία; Σε άλλον πλανήτη; Δεν έχω ιδέα. Μάλλον το πιο αισιόδοξο μέλλον διαφαίνεται οπουδήποτε εντός ευρωπαϊκής ένωσης. Αλλά δεν είμαι σίγουρη κιόλας, ίσως μια νέα καταστροφή έρθει να ταράξει και αυτό μου το συμπέρασμα. Προς το παρόν, μάζεψα τα πράγματά μου, έστειλα όσα μπορούσα με το ταχυδρομείο, πούλησα και χάρισα τα υπόλοιπα, και ένα ηλιόλουστο πρωινό έφυγα, έχοντας προλάβει να δω μόνο τα μισά απ΄ όσα ήθελα στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου.

Χάρτης με τα ταξίδια μου στους νομούς της Ιαπωνίας

Για κάποιο διάστημα, θα συνεχίζω να δημοσιεύω άρθρα με τις εμπειρίες μου στην Ιαπωνία. Σιγά σιγά, θα βάζω και υλικό από ταξίδια σε άλλες χώρες. Ελπίζω όλο αυτό το υλικό να σε βοηθήσει στα δικά σου ταξίδια, ή ακόμα και σε περίπτωση εγκατάστασης σε κάποια χώρα της Ασίας. Αν σου άρεσε αυτό το blog, πες το στους φίλους σου. Για να μην χάνεις κανένα άρθρο, μπορείς να με ακολουθήσεις στο facebook ή το instagram. Τα λέμε την επόμενη φορά!



Διάβασε κι αυτό:

Λαβ Χίνα

Τι εστί χίνα (雛), λοιπόν. Όχι δεν είναι πτηνό, αν και (τώρα θα μιλήσω ως συνομωσιολόγα εκ της Άπω Ιωνίας) το ιδεόγραμμα σημαίνει “κοτοπουλάκι” (insert gif λεβέντης κάποια ζώα δε με πιστεύανε). Οι χίνα είναι ο λόγος που κάθε γωνία σπιτιού, σχολείου ή σταθμού γεμίζει με σετ από κούκλες.

Η φωτογραφία είναι από την εκδρομή Isedewa

Κάθε χρόνο στις 3 Μαρτίου γιορτάζεται η σιντοϊστική εορτή του Χίνα μάτσουρι, του φεστιβάλ των κοριτσιών. Τι λατρεύουν τα νεαρά κορίτσια; Μα φυσικά τις κούκλες τους. Οπότε το φεστιβάλ είναι αφορμή να βγάλουν τα τεράστια σετ από τα πατάρια, να χτενίσουν τα μαλλιά από τις κούκλες, να ισιώσουν τα φορέματα και να τα στήσουν σε ράφια σαν σκαλοπάτια. Ο στολισμός ξεκινά μετά το Σέτσουμπουν το Φλεβάρη, και οι κούκλες θα πρέπει να έχουν μαζευτεί αμέσως μετά τις 3 Μάρτη, γιατί αλλιώς φέρνουν κακή τύχη για το μέλλον της κόρης του σπιτιού. Το έθιμο το τηρούν συνήθως μέχρι τα κορίτσια να γίνουν δέκα χρονών. Οι “θετοί” μου παππούδες στολίζουν ακόμα κάθε χρόνο τις κούκλες, κι ας είναι η κόρη τους πλέον μεγάλη και στην Αμερική.

Όταν λέμε κούκλες βέβαια, δεν εννοούμε barbie και bratz. Όπως σχεδόν κάθε χαρούμενο πράγμα στην Ιαπωνία, έτσι και τα σετ από κούκλες έχουν αυστηρούς κανόνες. Οι δύο απαραίτητες κούκλες είναι ο αυτοκράτορας και η αυτοκράτειρα. Δεν είναι ο εκάστοτε αυτοκράτορας της Ιαπωνίας, αλλά ένας ιδεατό βασιλικό, έστω αρχοντικό, ζεύγος. Αυτές οι δύο κούκλες ως ζευγάρι γενικά αρκούν ως στολισμός. Το ολοκληρωμένο σετ όμως περιλαμβάνει τις κυρίες της αυλής, τους μουσικούς, τους συμβούλους, αλλά και τα προικιά και τις άμαξες του παλατιού. Φυσικά, υπάρχουν διάφορα διακοσμητικά αντικείμενα, όπως λάμπες, γλυκά, τραπεζάκια και κλαδιά φυτών, ώστε να συμπληρώσουν τη σκηνή. Το αυτοκρατορικό ζεύγος τοποθετείται πάντα στο ανώτερο σκαλί και οι υπόλοιποι τοποθετούνται απο κάτω τους με συγκεκριμένη σειρά. Ανάλογα αν βρίσκεσαι στο Τόκιο ή στο Κιότο, η θέση του αυτοκράτορα και της αυτοκράτειρας αντιστρέφεται.

Οι κούκλες αυτές δεν είναι για παιχνίδι, αλλά για οπτική και μόνο απόλαυση. Με αφορμή όμως τη γιορτή, πολλά κορίτσια οργανώνουν μικρά πάρτι με πολύχρωμα και καλοκαμωμένα γλυκά, όπως τα χίνα αράρε. Ακόμα και το φαγητό είναι πολύχρωμο αυτή την περίοδο του χρόνου, με αποκορύφωμα το νοστιμότατο τσιράσι-ζούσι, που παίρνει τα χρώματά του από ψιλοκομμένα θαλασσινά και λαχανικά. Τα αγόρια δεν έχουν ιδιαίτερη συμμετοχή σε αυτή τη γιορτή, μιας και η δική τους μέρα είναι στις 5 Μαΐου, όταν και στολίζουν μινιατούρες του θρυλικού Κιντάρο. Αντίστοιχες γιορτές με το Χίνα-μάτσουρι υπάρχουν και στην Κίνα και στην Κορέα.

Η φωτογραφία είναι από την εκδρομή Isedewa

Αφού πιάσαμε το θέμα του αυτοκράτορα, θα κάνω μια παρένθεση με μια ερώτηση που με ρωτούν συχνά. Ξέρετε γιατί η Ιαπωνία έχει αυτοκράτορα και όχι βασιλιά, αφού δεν είναι αυτοκρατορία; Λοιπόν, όλα προέκυψαν εξαιτίας του ανταγωνισμού με την Κίνα. Ο Κινέζος αυτοκράτορας ήταν ο άρχοντας εκ του ουρανού. Αυτό σημαίνει ότι κάθε άλλος βασιλιάς, ήταν πρακτικά κατώτερος σε τάξη και υποτελής του. Οι Ιάπωνες δεν μπορούσαν να το δεχτούν, αλλά ούτε και οι Κινέζοι να τους αναγκάσουν, οπότε έδωσαν στον βασιλιά τους τον τίτλο Τεν-νo (天皇), δηλαδή βασιλιά των ουρανών. Ταυτόχρονα ο τίτλος δηλώνει ότι ο αυτοκράτορας έχει σχέση με τους θεούς και είναι ορισμένος από αυτούς, όντας απόγονός τους, άρα η εξουσία του ξεπερνά τα όρια του απλού βασιλιά. Τόσο η αγγλική, όσο και η ελληνική γλώσσα έχουν έλλειψη στο κατάλληλο λεξιλόγιο, οπότε τον αποκαλούν αυτοκράτορα, αντί για παράδειγμα ουρανοκατέβατο.

Πείτε μου πως σας φάνηκε η εκδρομή στα σχόλια. Αν σας άρεσε αυτό το blog, διαδώστε το στους φίλους σας. Για να μην χάνετε κανένα άρθρο, μπορείτε να με ακολουθήσετε στο facebook ή το instagram. Τα λέμε την επόμενη φορά!



Διάβασε κι αυτό:

Day Hike from Tokyo: Rokkokutoge to Kamakura

Ok, so it snowed again in Tokyo this week, plus it’s Ume blossom season and you don’t feel like walking much. You’d much rather find a nice viewpoint to have a picnic and some drinks, preferably relatively close to the sea. Alright, I’ve got you covered. Today we are going to traverse Miura peninsula, from Yokosuka to Kamakura.

Let’s say you find yourself roaming around in Yokosuka, but it’s quite early. You’ve visited Taura park before, you went to the retro district already, you did the military port cruise and the cruise to Sarushima. There are not so many options left to explore. What you can do, is head to Kanazawa-Bunko station (not to be confused with Kanazawa city in Ishikawa prefecture). If you have limited time, you can roam around the traditional garden of Shomyoji (称名寺市民の森). But it’s better to focus on the west side and make a leap across the mountains, in order to end up in elegant Kamakura.

Walk parallel to the train tracks until you find the entrance of the Rokkokutoge hiking trail (六国峠ハイキングコース 金沢文庫口). Climb up the stairs and you will reach a plateau, where the ruins of Nokendo (能見堂跡) are located. A sign board shows a picture of the exact same spot 100 years ago. The photograph was probably taken from foreign (American?) visitors, as the inscription “NOW KEN DOW” hints. On top of the hill, there is a variety of plum trees, both white and pinkish. It was a bit early for the blossoming when I visited, but the trees should be getting ready by now.

This was the location of a Buddhist temple in the 1600s. A famous Zen master from China stood at this hill and while observing the view, reminisced of eight magnificent views of his hometown. The “eight views of Kanazawa” became a prominent theme for ukiyo-e painters, including Utagawa Hiroshige, and the spot rose to prominence.

Less than an hour later, you will arrive at Kanazawa Zoo. I’m not so fond of zoos, so I just walked on the wooden deck path of the Will Rice Field Valley (しだの谷). From the Sekiyaoku Viewing Platform, you can observe a nice view of the sea. Continue walking and you will find an extremely large cemetery. I will be honest, it was one of the largest I’ve ever come across, so I took a second there to contemplate about death.

While you marvel at the bamboo grove, follow the signs to Tenen (天園). This spot gives the name to the ridge as Rokkoku (六ヵ国 means six countries)), because you could see the six provinces of Izu, Sagami, Musashi, Awa, Kazusa, and Shimousa. I saw the ruins of an abandoned tea house, but it seems a newer one (天園休憩所) is operating nearby. It also seemed abandoned to me, but at least it had a working vending machine to grab a bottle of water. The landscape changes a bit from here, since you have to hike down a path that cuts the rocky substrate in half. A lot of rock formations have names, as per usual, for example the lion rock below (yeah, it doesn’t look like a lion at all, I know).

Eventually, you are going to find a few more blossoming plum trees. This is the entrance to the Yofukuji Temple site. There is not much to see, apart from the foundation of some old buildings from the era of the Kamakura shogunate. I would advice moving towards the shrine next door, the Kamakura-gu (鎌倉宮). The lucky charms are shaped as cute red lions and there a lot of fun pilgrimage activities (if you are 5 years old) like throwing tiny plates to a rock or rubbing a stone turtle for luck. The shrine is an imperial one, so they distribute a pamphlet with the emperor’s genealogical tree together with the goshuin stamp. They seem to be fond of cats, because they have a program for supporting stray cats and also celebrate the cat day on the 22th of February with honors.

After almost three hours, you have finally arrived in Kamakura. There are millions of things to do here, but I chose to lay low and have lunch with fresh seafood and frozen yogurt with honey. Alternatively, you could go for tea or old school coffee or visit one of the myriad temple gardens if it’s early in the afternoon.

If you want to check out the details of this hike, you can follow the route in alltrails. If you liked this article, share it with your friends. Do you have any hiking tips for the area? Add them in the comments. You can also follow this blog, follow me on Instagram or Facebook, to never miss a post. Until next time!



Read more:

Τι είναι τα τανούκι;

Όσοι γυρνούν από εκδρομή στην Ιαπωνία, φέρνουν πίσω κατά κύριο λόγο δύο σουβενίρ: μια γάτα που κουνάει το πατούσι της (την μανέκι-νέκο) και ένα στρουμπουλό αρκουδάκι με καπέλο. Σήμερα θα μιλήσουμε για το δεύτερο.

Γι’ αρχή, δεν είναι ούτε αρκουδάκι, ούτε σκυλί, ούτε ρακούν. Είναι ένα τανούκι (狸), το οποίο στα αγγλικά το αποκαλούν με το καθόλου παραπλανητικό όνομα “raccoon dog” (όχι ότι εγώ είμαι καλύτερη που μεταφράζω τα ζώα καμοσίκα ως παπιοελαφο-αντιλοποκατσίκες). Τα τανούκι είναι ξαδέρφια με τα σκυλιά και τα τσακάλια. Βέβαια, ο τρόπος που κινούνται μες στα στενά του Καβασάκι, περισσότερο με νυφίτσα μοιάζει. Πολύ συχνά στις μεταφράσεις μπερδεύουν τα τανούκι με τα άνα-γκούμα και τα αράι-γκούμα, δύο είδη ασβού, αλλά και με τα κόκκινα πάντα (τέτοιο είναι και η δημοφιλής Αγκρέτσουκο).

Τα τανούκι εμφανίζονται πολύ συχνά σε μύθους και θρύλους. Παρόμοια με τις αλεπούδες/κιτσούνε, έχουν την ικανότητα να μεταμορφώνονται και τους αρέσει να εξαπατούν τους ανθρώπους. Σε αυτήν την περίπτωση, τα δαιμονικά τανούκι τα αποκαλούν μπάκε-τανούκι (παρόμοια με το μπάκε-νέκο). Στην τέχνη, συχνά τα απεικονίζουν με ψάθινο καπέλο, στρουμπουλή κοιλιά και δυο τεράστιες μπάλες μπροστά στα πόδια. Ναι, αυτές οι μπάλες δεν είναι τα πόδια, είναι κυριολεκτικά οι όρχεις του τανούκι, οι οποίοι υποτίθεται φέρνουν τύχη στις επιχειρήσεις. Σε κάποιους θρύλους μάλιστα, οι όρχεις μεγαλώνουν και τεντώνουν τόσο πολύ που γίνονται σαν αλεξίπτωτο με το οποίο το τανούκι μπορεί να πετάξει. Με τέτοιο καλοκάγαθο παρουσιαστικό και θαυμαστές ικανότητες, τα μαγαζιά στήνουν αγάλματα από τανούκι στις εισόδους τους ώστε να προσκαλέσουν την καλή τύχη – αλλά και τους καλούς πελάτες.

Τα τανούκι και οι μαγικοί τους όρχεις

Παραδοσιακά, το βασίλειο των τανούκι είναι στο νησί Σάντο του νομού Νίιγκατα. Εκεί ζούσαν υπό την πυγμή του βασιλιά τους, τον Ντανζάμπουρο-τανούκι. Αυτός ήταν εξαιρετικά ικανός στον να ξεγελά ανθρώπους κλέβοντάς τους χρήματα και αγαθά, αλλά και στο να διώχνει τις αλεπούδες. Οι αλεπούδες είναι ο παραδοσιακός εχθρός των τανούκι, και ο θρύλος λέει ότι δεν υπάρχει καμιά τους στο νησί Σάντο, γιατί ο βασιλιάς τανούκι τις έδιωξε με το εξής τέχνασμα. Είπε στην αλεπού ότι θα κάνει ένα θαύμα και θα μετατραπεί σε παρέλαση φεουδάρχη. Η αλεπού γέλασε, αλλά σύντομα μια μεγαλόπρεπη συνοδεία πέρασε μπροστά της. Τότε πήδηξε μπροστά στον άρχοντα και τον κορόιδεψε λέγοντας ότι τα καταφέρνει στις μεταμφιέσεις. Ο άρχοντας (γιατί ήταν αληθινός και όχι το τανούκι) θύμωσε για την ενόχληση και διέταξε να την σκοτώσουν. Κάπως έτσι, οι αλεπούδες δεν ξανατόλμησαν να πλησιάσουν το Σάντο.

Τσάι μάτσα με θέμα ένα τανούκι/τσαγιέρα από το κατάστημα Ματσασάρο

Ένας άλλος γνωστός μύθος είναι το Μπουνμπούκου Τσαγκάμα (分福茶釜). Ήταν κάποτε κάποιοι μοναχοί στο ναό Μορίντζι που αγόρασαν μια τσαγιέρα. Όταν όμως την έβαλαν στη φωτιά, αυτή έβγαλε ουρά και πόδια και μεταμορφώθηκε σε τανούκι. Τρομαγμένοι, την πούλησαν σε έναν περιπλανώμενο έμπορο. Αυτός, σκέφτηκε να κρατήσει το τανούκι-τσαγιέρα και να το βάλει να κάνει μαγικά σαν περιπλανώμενο τσίρκο, με αντάλλαγμα να μοιράζεται τα κέρδη μαζί του. Τελικά, έγιναν και οι δύο ζάμπλουτοι και έζησαν αγαπημένοι.

Ένα απλό τανούκι
Ένα τανούκι/τσαγιέρα
Η είσοδος του ναού Μορίντζι

Τα πιο πολλά τανούκι μαζεμένα τα είδα σε ένα ναό στο νομό Γκούνμα, λίγο πιο έξω από το χωριό Τατεμπαγιάσι. Είναι ο ίδιος από το μύθο της μαγικής τσαγιέρας. Έχει άπειρα αγάλματα από τανούκι, σε κάθε μορφή. Άλλα είναι ντυμένα γυναίκες, άλλα κρατούν ψάρια, άλλα είναι ηλικιωμένοι άντρες. Φυσικά, δε λείπει και το τανούκι/τσαγιέρα. Ο ναός έχει ακόμα την μαγική τσαγιέρα σε μια προθήκη στο εσωτερικό του και ο καθένας μπορεί να τη δει για το πενιχρό αντίτιμο των 300 γιεν. Τώρα, το πώς την ξαναβρήκαν ενώ την είχαν πουλήσει υποτίθεται, παραμένει άγνωστο. Εγώ έφτασα αργά και είχαν ήδη κλείσει, αλλά εύχομαι, αν ποτέ πάτε, η τυχερή τσαγιέρα να σας φέρει κάθε τύχη όπως και στον ιδιοκτήτη της.

Το εσωτερικό ιερό του ναού Μορίντζι

Υ.Γ. Και πώς βρέθηκα εγώ σε ένα ναό με τανούκι στη μέση του πουθενά στην Γκούνμα; Είχα πάει ως «δοκιμαστής» ενός τουρ του χωριού που συνδύαζε την τοπική ιστορία με ένα ανιμέ, το Γιόρι-μόι. Μας έκαναν γύρω γύρω στο χωριό, δείχνοντας μας τοποθεσίες που χρησιμοποιήθηκαν αυτούσιες στο κινούμενο σχέδιο. Ταυτόχρονα, μας μίλησαν για τις παραδόσεις τους, το ντόπιο σάκε, τις αζαλέες και τα μοντέρνα -πλέον- καφέ τους. Αν σας ενδιαφέρει το συγκεκριμένο ή άλλα ανιμέ και ο σχετικός τουρισμός, ρίξτε μια ματιά στα 88 animation spots.

Μια από τις σκηνές του ανιμέ εκτυλίσσεται μπροστά στην πιο κοινότυπη εικόνα: αυτόματους πωλητές αναψυκτικών.
Το Τατεμπαγιάσει είναι ένα από τα επίσημα animation spots.

Πείτε μου πως σας φάνηκε η εκδρομή στα σχόλια. Αν σας άρεσε αυτό το blog, διαδώστε το στους φίλους σας. Για να μην χάνετε κανένα άρθρο, μπορείτε να με ακολουθήσετε στο facebook ή το instagram. Τα λέμε την επόμενη φορά!



Διάβασε κι αυτό:

Day Hike from Tokyo: Mt Bonoore and lake Naguri

When it finally snows around Tokyo, an issue arises: Where to hike to next? Well, there’s this little ridge right on top of the border between Tokyo and Saitama prefectures. Tucked inside the mountains, Bonoore ridge is accessible all year round. It is one of those routes where the journey is more fun than the destination.

View of lake Naguri

The starting point to reach Bonoore ridge (棒ノ折山) is at lake Naguri (名栗湖). The lake was formed after the construction of the Arima dam and serves as a water reservoir. It is an ideal location for weekend activities: there’s a canoe workshop, fishing spots and a barbeque area. Naguri lake is also famous for its firefly viewing event in the summer. Nolla Naguri (ノーラ名栗) with tent saunas is ideal for Nordic aficionados, while Sawarabi onsen is more geared towards traditionalist enjoyers of hot springs.

Bonoore means “the stick that got broken”, because according to the legend that’s what happened to warlord Hatakeyama Shigetada, when he was crossing the ridge. Shigetada was a powerful samurai at the area of Chichibu. In the legendary Genpei wars, he stood originally on the side of the Taira clan, but midway decided to switch to the eventual winners, the Minamoto clan. After the war, the Minamoto cousins clashed for the throne. At that time, during the battle of Awazu, Shigetada was assigned and failed the task to capture Tomoe Gozen. She was a female samurai, technically referred to as onna-musha (女武者) and a fearsome opponent. Unfortunately, women’s issues persist through the ages: Tomoe’s master Minamoto no Yoshinaka sent her away from the ending moments of a battle, because he would be ashamed if he died next to a woman.

The hiking path goes around the lake and then turns towards Shiratani valley (白谷). Walking among the tall cedar trees in a serene forest has a calming effect. Soon, the root staircase gives its place to rocks and streams. Be sure to wear bright clothes when hiking in winter, because the area is popular for hunters during the hunting season.

At some points, you may need to climb vertically on rocks and use ropes to move forward. The path gets especially dangerous after the rain, when slippery mud covers everything. At the top of Mt. Bonoore you can see a sign that marks the 869m elevation. Clear skies might grace you with a full view of Tokyo, as well as the Chichibu mountains.

There are some benches at the top and close to pretty rocks, where you can rest and grab lunch. Apart from that, the landscape doesn’t change much on the way back. Since the hike takes less than 4 hours to complete, there’s plenty of time left to relax at the onsen or arrange a BBQ session. It seems that this area used to be popular, but not so much anymore, so peace and quiet are guaranteed.

If you want to check out the details of this hike, you can follow the route in alltrails. If you liked this article, share it with your friends. Do you have any hiking tips for the area? Add them in the comments. You can also follow this blog, follow me on Instagram or Facebook, to never miss a post. Until next time!



Read more:

Οδοιπορικό στο Κιούσου: Η Θεά φανερώνεται στο Μιγιαζάκι

Για αρχή, καλή χρονιά / ακεόμε και τις θερμότερες ευχές μου για το 2023. Κατά δεύτερον, έχασα τη μεγάλη μου ευκαιρία να μιλήσω για το πατρικό της θεάς έτσι ώστε να συμπίπτει με τα Χριστούγεννα, αλλά ό,τι είναι, είναι. Πάμε λοιπόν να ανακαλύψουμε τη αναζωογονητική μαγεία του Τακατσιχό, βαθιά στα βουνά του νομού Μιγιαζάκι.

Το Μιγιαζάκι είναι άλλος ένας ήσυχος νομός, που όμως θεωρείται εξαιρετικά μυστικιστικός και ιερός, επειδή εκεί γύρω ξετυλίγονται οι ιστορίες της ιαπωνικής μυθολογίας. Σκεφτείτε το Μιγιαζάκι ως κάτι σαν την Λακωνία και την Αργολίδα. Κανείς δεν ασχολείται μαζί τους πλέον, αλλά στα παλιά τα χρόνια ο Δίας όλο εκεί έβγαινε να γκομενίσει. Μια Αργολίδα γεμάτη πρασινάδα και καθόλου πορτοκάλια βέβαια. Επειδή θα αναφέρω διάφορα ονόματα προσώπων της μυθολογίας παρακάτω, καλό θα ήταν να διαβάσετε πρώτα το Ιαπωνική Μυθολογία 101 για να έχετε πλήρη αντίληψη.

Χωριό περιφερειακά του φαραγγιού του Τακατσιχό στο Μιγιαζάκι
Η θεά Άμα νο Ουζούμε μας υποδέχεται στο Τακατσιχό

Τέλος πάντων, για να φτάσουμε στο λίκνο του πολιτισμού από το Μπέππου, χρειάζεται να διασχίσουμε βουνά επί βουνών με ατέλειωτη βλάστηση, μέσα στην ομίχλη και τη μουντάδα. Ο δρόμος περνά από τα βουνά του Κούτζου αλλά και δίπλα από το ηφαίστειο Άσο, ίσως το πιο επιβλητικό ηφαίστειο του νησιού. Οριακά μπήκαμε και στο νομό του Κουμαμότο (είπαμε, Κουραφέλκυθρα). Στη μέση του πουθενά, το μάτι μου έπιασε ένα περίεργο δεντρόσπιτο, οπότε κατεβήκαμε να εξερευνήσουμε. Η λέξη δεντρόσπιτο δεν είναι αρκετή για να περιγράψει το μέγεθος. Είναι μια τεράστια κατασκευή, εντελώς χειροποίητη, με κάγκελα μπαλκονιών που μοιάζουν με κόκκαλα θώρακα και κολώνες που μοιάζουν με ελέφαντες. Είχε παντού πινακίδες που απαγόρευαν την είσοδο λόγω πιθανής κατάρρευσης. Αυτό το καλλιτέχνημα λέγεται δεντρόσπιτο του Τακαμόρι (高森ツリーハウス) και υπέστη στατικές ζημιές μετά τον τεράστιο σεισμό που σχεδόν κατέστρεψε όλο το Κουμαμότο. Στο σήμερα, έτσι ασύμμετρο που είναι, μπλεγμένο με το δάσος και την ομίχλη, βγάζει ένα συναίσθημα κάπως στοιχειωμένο. Είναι μια τέλεια προοικονομία για το vibe που επικρατεί σε όλη την περιοχή.

Το δεντρόσπιτο του Τακαμόρι
Είναι όλο φτιαγμένο από ελάχιστα επεξεργασμένα υλικά

Στόχος της εκδρομής είναι το φαράγγι Τακατσιχό. Η περιοχή είναι ελάχιστα ανεπτυγμένη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν αρκετά καταλύματα για τουρίστες. Κάπως έτσι, καταλήξαμε να μείνουμε σε ένα σπιτάκι που ανήκει σε έναν βουδιστικό ναό, το Σονέντζι, σε ένα χωριό παραέξω από το φαράγγι, ανάμεσα στα ρυζοχώραφα. Η αρχική μου αντίδραση ήταν να τρομάξω ότι θα μπλέξω με κάποιου είδους αίρεση και ειδοποίησα τους φίλους μου στο Τόκιο που να με ψάξουν αν με χάσουν. Τελικά, αποδείχτηκε ότι ο παπάς είναι παντρεμένος με μια ευχάριστη Βρετανίδα και προσπαθούν να αναζωογονήσουν το χωριό. Η γλυκούλα μόλις μας είδε (ή μάλλον μας μύρισε) μας ρώτησε πώς μας φάνηκαν τα θερμά λουτρά του Μπέππου.

Ο βουδιστικός ναός – κατάλυμμα Σονέντζι
Κλιμακωτές πεζούλες με ρύζι

Η πρεσβυτέρα έχει φέρει πολλές νέες ιδέες στην οικογενειακή επιχείρηση. Για  παράδειγμα, έφερε έναν καλλιτέχνη γκράφιτι από το Τόκιο να ζωγραφίσει έναν ξαπλωμένο Βούδα στο πλάι του κτιρίου του ναού, να το κάνει λίγο πιο χαρούμενο. Ο ναός αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, καθώς μειώνεται ο πληθυσμός του χωριού και άρα οι δωρεές των ενοριτών, οπότε αποφάσισαν να στήσουν ένα πανδοχείο για ενίσχυση. Πέραν του ότι το σπιτάκι είναι διακοσμημένο με εξαιρετικό γούστο και διαθέτει ατέλειωτο αριθμό βιβλίων, στις παροχές περιλαμβάνεται και πρωινή γυμναστική στις 6 το πρωί μπροστά στο ναό. Στη συνέχεια ψάλλαμε όλοι μαζί κάποιες βουδιστικές σούτρες, ή τουλάχιστον παριστάναμε ότι το κάναμε, όπως ο καημένος ο αδερφός μου που δεν μπορούσε να διαβάσει ούτε καν το νούμερο στη σελίδα.

Μια εστία με ψάρι Ιρόρι στο σπιτάκι του ναού
Τμήμα του γκραφίτι στο πλάι του Σονέντζι

Όλη η περιοχή έχει πάρει το όνομά της από το φαράγγι του Τακατσιχό (高千穂峡). Πρόκειται για ένα βαθύ φαράγγι, με πέτρες από ηφαιστειακό βασάλτη κομμένες κάθετα και σχεδόν λείες, που μοιάζουν με φολίδες δράκου. Από διάφορα σημεία ξεχύνεται νερό, όμως το πιο εντυπωσιακό σημείο είναι ο ύψους 17 μέτρων καταρράκτης Μινάι-νο-τάκι. Μπορεί κανείς να δει τον καταρράκτη είτε από τη βάση του από ενοικιαζόμενες βαρκούλες, είτε από ψηλά ακολουθώντας ένα μονοπάτι. Υπάρχουν κάμποσα μαγαζιά με παγωτό και σνακ, τα οποία ανοίγουν συνήθως μόνο στις γιορτές και τα σαββατοκύριακα. Παρόλο που σπάνια περνάει το λεωφορείο μέχρι εδώ πάνω, είναι πολύ σημαντική τοποθεσία γιατί εδώ πάτησε το πόδι του ο θεός Νινίγκι, όταν κατέβηκε από τους ουρανούς. Ο Νινίγκι είναι ο εγγονός της θεάς του ήλιου Αματεράσου και ο γενάρχης της ιαπωνικής αυτοκρατορικής οικογένειας σύμφωνα με το θρύλο. Σε μια λιμνούλα με ψάρια δίπλα στα καταστήματα λέγεται ότι βρισκόταν το νησί Ονοκόρο-τζίμα, το πρώτο νησί που έφτιαξαν οι θεοί Ιζανάγκι και Ιζανάμι, το ζεύγος που έφτιαξε τον κόσμο.  

Το φαράγγι του Τακατσιχό από ψηλά
Ο καταρράκτης από τη βάση του φαραγγιού όπως φαίνεται από τη βάρκα
Ο θεός Νινίγκι κρατώντας τόξο
Καταστήματα για σνακ και ξεκούραση

Στο παρελθόν λειτουργούσε μια γραμμή τρένου που ένωνε τα διάφορα χωριά μεταξύ τους. Κάποια στιγμή κρίθηκε οικονομικά ασύμφορη και έκλεισε, μέχρι να ξανανοίξει ως τρένο αναψυχής με το όνομα σιδηρόδρομος Αματεράσου (高千穂あまてらす鉄道). Η διαδρομή περνά πάνω από την σιδερένια γέφυρα, κάποια τούνελ και τις ατέλειωτες πεζούλες με ρύζι. Για να κάνουν πιο ενδιαφέρουσα την εμπειρία, έχουν ζωγραφίσει χαρακτήρες όπως ο Γκοτζίλα και ο Σονγκόκου στα βοηθητικά κτίρια, έχουν βάλει πολύχρωμες λάμπες στα τούνελ και ο οδηγός ψεκάζει σαπουνόφουσκες όταν το τρένο είναι σταματημένο πάνω στην πανύψηλη γέφυρα.

Το τρένο της Αματεράσου
Ένας Γκοτζίλα παλεύει με έναν ξιφομάχο του κέν-το

Ο τελικός προορισμός όμως είναι όπως είπαμε το σπίτι της θεάς Αματεράσου. Η Αματεράσου είναι η θεά του ήλιου και η πιο σημαντική στην ιαπωνική μυθολογία, γιατί από εκεί αντλεί την εξουσία του ο αυτοκράτορας, ο οποίος είναι ταυτόχρονα και κρατικός και θρησκευτικός ηγέτης. Συνήθως παριστάνεται να κρατά καθρέφτη και χρυσά κοσμήματα. Όμως εδώ είδα και ένα χρυσό άγαλμά της που πιο πολύ μοιάζει με αρχαιοελληνική θεά, απλά στο πιο κιτς χρυσοποίκιλτο. Ο κεντρικός ναός για την λατρεία της Αματεράσου είναι το Άμα-νο-ιβάτο τζίντζα (天岩戸神社). Το σημείο δεν είναι τυχαίο. Εκεί βρίσκεται η σπηλιά στην οποία εκτυλίσσεται ο μύθος της Αματεράσου.

Η θεά Αματεράσου κρατώντας ρύζι

Ο αδερφός της Αματεράσου, ο Σουσανό, είχε βαλθεί να της σπάσει τα νεύρα κάνοντας συνεχώς ζημιές. Αυτή από τα νεύρα της πήγε σε αυτή τη σπηλιά στο Τακατσιχό και κλείστηκε μέσα. Φυσικά, όντας η θεά του ήλιου, αυτό σήμαινε ότι ο κόσμος βυθίστηκε στο σκοτάδι. Με τα πολλά, για να την κάνουν να βγει πάλι έξω και να σωθεί η ανθρωπότητα, οι υπόλοιποι θεοί αποφάσισαν να βάλουν τη θεά Άμα-νο-Ουζούμε, τη θεά της αυγής, να κάνει στριπτίζ και οι ίδιοι έσκασαν στα γέλια. Έβαλαν και έναν καθρέφτη και κοσμήματα στην είσοδο της σπηλιάς, ώστε όταν η Αματεράσου βγήκε να δει τι γίνεται, στραβώθηκε από την αντανάκλασή της και οι υπόλοιποι πρόλαβαν και σφράγισαν την σπηλιά. Από τον χορό της Ουζούμε προέκυψε ο σιντοϊστικός τελετουργικός χορός Κάγκουρα. Παραστάσεις με παραλλαγή του χορού μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, το Γιοκάγκουρα, γίνονται συνέχεια στους ναούς εκεί γύρω.

Οδηγίες για τελετουργικό καθαρισμό πριν την είσοδο στο ναό
Αυτοκόλλητα με ξόρκια και φυλαχτά πάνω στους ναούς

Η σπηλιά της Αματεράσου είναι υπερβολικά ιερή για να είναι επισκέψιμη. Λίγο πιο κάτω, όμως, βρίσκεται μια άλλη μεγάλη σπηλιά στην οποία έκατσαν οι θεοί να συζητήσουν τι θα κάνουν για να φέρουν πίσω την Αματεράσου. Αυτή η δεύτερη σπηλιά λέγεται Άμα-νο-γιασουγκαβάρα (天安河原). Για να φτάσει κανείς εκεί πρέπει να ακολουθήσει ένα σύντομο μονοπάτι μέσα στο φαράγγι και ανάμεσα σε βράχια γεμάτα με βρύα. Κοντά στη σπηλιά κάθε πέτρα και πετραδάκι είναι στημένο σαν πύργος. Οι παλιές δοξασίες λένε ότι αν στήσεις ένα πυργάκι και κάνεις μια ευχή, αυτή θα πραγματοποιηθεί. Όλο αυτό δίνει ακόμα πιο έντονο χαρακτήρα στην ήδη ήσυχη και μυστικιστική ατμόσφαιρα. Ο κελαρυστός ήχος του νερού που ρέει και του αέρα που θροΐζει ανάμεσα στα φύλλα αποπνέουν μια αίσθηση γαλήνης. Για κάποιο λόγο νιώθεις αισιοδοξία εκεί στον πάτο του φαραγγιού, ότι το φως θα λάμψει ξανά.  

Το φαράγγι κάτω από το ναό της Αματεράσου
Η σπηλιά Άμα-νο-Γιασουγκάβα
Πύργοι από πέτρες για ευχές

Αυτή ήταν η εκδρομή στο Τακατσιχό. Είναι ίσως από τα πιο δύσκολα προσβάσιμα σημεία στο Μιγιαζάκι. Δεν έχει τόσα πολλά αξιοθέατα, όσο εντυπωσιακή φύση, ευγενικούς ανθρώπους και εξαιρετικό φαΐ. Αν βρεθείτε εκεί, να δοκιμάσετε και το ντόπιο μοσχάρι βαγκιού, είναι συγκρίσιμο με αυτό της Χίντα. Αυτό ήταν το τελευταίο μέρος από οδοιπορικό στο νησί Κιούσου, οπότε μπορείτε να διαβάσετε και τα προηγούμενα μέρη αν δεν το κάνατε ήδη. Πείτε μου πως σας φάνηκε η εκδρομή στα σχόλια. Τα λέμε την επόμενη φορά!



Διάβασε κι αυτό: