Ξέρεις να μου μια λέξη με δύο τσι; Δύο προφανείς επιλογές είναι το τσιτσί και ο Τσιτσιπάς. Έρχομαι λοιπόν να προτείνω μια τρίτη, το πολυτραγουδισμένο Τσιτσίμπου!
Ξεκινώντας με αυτοκίνητο από την πόλη, στην αρχή βρισκόμαστε στο σημείο που συναντιόνται η παλιά και η καινούρια γέφυρα του Τσιτσίμπου, που ενώνουν τις δύο όχθες του ποταμού Αρακάβα. Η παλιά γέφυρα το 1932 είναι χτισμένη με ρομαντικό, ευρωπαϊκό στυλ και κόκκινα πλακάκια στο δάπεδο. Έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την καινούρια καλωδιογέφυρα, που λειτουργεί ως αυτοκινητόδρομος. Μπορεί κανείς να κατέβει στις όχθες του ποταμού και να δει από κοντά τα απομεινάρια από δύο κολώνες κάποιας ακόμα παλαιότερης γέφυρας.
Το Τσιτσίμπου (秩父市) είναι μια μικρή πόλη 60.000 κατοίκων στην ομώνυμη κοιλάδα στα βορειοδυτικά της Σαϊτάμα, γνωστό κυρίως για το νυχτερινό φεστιβάλ του. Στα περίχωρα της πόλης ξεκινά ο ποταμός Αρακάβα, που τελικά εκβάλει στον κόλπο του Τόκυο στο δήμο Εντογκάβα. Είναι χτισμένο πάνω στα βουνά, γι΄ αυτό και τα πάντα φαίνονται καταπράσινα γύρω του. Μάλιστα, αποτελεί το ένα από τα τρία συνθετικά του εθνικού πάρκου Τσιτσίμπου-Τάμα-Κάι. Ακριβώς λόγω της μορφολογίας του εδάφους, οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να καλλιεργήσουν ρύζι, οπότε στράφηκαν στον εμπόριο του μεταξιού. Σύντομα έγινε εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο, σε σημείο να έχει δικό του στυλ θεάτρου Καμπούκι, το Οκάντα Καμπούκι. Τα αρχαιότερα σωζόμενα νομίσματα γύρω στο 700 μ.Χ. κατασκευάστηκαν με χαλκό από τα ορυχεία του Τσιτσίμπου. Ιστορικά, έπαιξε ρόλο κατά την περίοδο των αψιμαχιών του 15ου αιώνα και ήταν σημαντικό κέντρο για τις θρησκευτικούς προσκυνητές με 34 ναούς, για το προσκύνημα στη θεά του ελέους, Κάννον. Μια ενδιαφέρουσα άχρηστη πληροφορία είναι ότι θεωρείται ότι είναι η πόλη με το υπερβολικά παρόμοιο όνομα “Τιτίμπου”, στην οποία εκτυλίσσεται η όπερα των Gilbert and Sullivan, ‘The Mikado’ (1885). Επίσης, έχει κάποια σχέση με το anime Anohana, μιας και η συγγραφέας είναι γέννημα θρέμμα Τσιτσιμπένια.
Το ιερό Τσιτσίμπου είναι το κέντρο της πόλης και σημαντικό για τους πιστούς. Είναι διακοσμημένο με χρωματιστά ξυλόγλυπτα, μοιάζει πολύ με το ιερό Τοσόγκου στο Νίκκο (με τη γνωστή κοιμισμένη γατούλα και τις 3 μαϊμούδες). Το ιερό αποδίδει τιμές τόσο στον Τοκουγκάβα Ιεγιάσου, όσο και στον πρίγκιπα Τσιτσίμπου. Στην είσοδο υπάρχει ένα στεφάνι από χόρτα, που υποτίθεται ότι προστατεύει από αρρώστια όποιον περνά από μέσα του, αρκετά χρήσιμο για την παρούσα περίοδο. Τα πιο φημισμένα ξυλόγλυπτα του ναού Τσιτσίμπου είναι αυτό της μαμάς τίγρης με το τιγράκι της, του μπλέ δράκου με απλωμένα τα πόδια του σε δυο όχθες και της σοφής κουκουβάγιας. Υπάρχει και ένα με τις τρεις μαϊμούδες mizaru kikazaru iwazaru, αλλά δυστυχώς ήταν καλυμμένο για συντήρηση. Το όνομα του συγκεκριμένου έργου είναι από τη φράση-λογοπαίγνιο ανάμεσα στα ρήματα miru, kiku, iu, της αρνητικής κατάληξης -zu και της λέξης μαϊμού saru/-zaru. Πρόκειται για τη βουδιστική διδαχή “δε βλέπω τίποτα, δεν ακούω τίποτα, δε λέω τίποτα”, που για κάποιους σημαίνει ότι αποφεύγω να κάνω κακό ώστε να μην το αντικρίσω, ενώ για άλλους σημαίνει το να μην αντιδράς στο κακό που υπάρχει γύρω.
Υπάρχουν πάρα πολλά πλαίσια όπου μπορεί να κρεμάσει κανείς τα ema (絵馬), ξύλινα πλακίδια με σχέδια σχετικά με το ναό στα οποία οι πιστοί γράφουν προσευχές. Τα συγκεκριμένα ήταν αρκετά όμορφα, με έντονα χρώματα και μικρογραφίες τμημάτων της ζωοφόρου του ιερού. Κάποιοι είχαν μια ιδιαιτέρως δύσκολη απαίτηση από τους θεούς, οπότε έφτιαξαν χίλιους ερωδιούς από οριγκάμι προς εκπλήρωση της ευχής τους, τα οποία είχαν κρεμάσει στο πλάι.
Δίπλα στα ιερά βρίσκεται ένα μουσείο αφιερωμένο στα φεστιβάλ της πόλης. Εκεί φυλάσσονται οι ξύλινοι επιτάφιοι τους οποίους στολίζουν με φαναράκια και τους περιφέρουν στην πόλη. Κάποιες φορές φτάνουν μέχρι το ποτάμι για να εξαγνίσουν τους επιτάφιους στα νερά του. Το Τσιτσίμπου-Γιομάτσουρι, στις 2-3 Δεκέμβρη, είναι ένα από τα λίγα φεστιβάλ που εκτυλίσσονται νύχτα και από τα μεγαλύτερα της περιοχής του Κάντο. Η οργάνωσή τους ξεκίνησε από τους εμπόρους μεταξιού, για να προσκαλέσουν κόσμο και να αυξήσουν τις πωλήσεις τους.
Καθώς η μέρα περνούσε, στο γυρισμό περάσαμε προς το Koburi-toge (έχω γράψει για το μονοπάτι εδώ), για χαλάρωση σε ένα εξαιρετικό καφέ μέσα στο βουνό, κυριολεκτικά στο πουθενά. Το καφέ Μποροάν (忘路庵) έχει ιδιαίτερο όνομα και ιδιαίτερο ντιζάιν. Το όνομα σημαίνει κυριολεκτικά “το ερημητήριο του δρόμου της λήθης” και ταιριάζει απόλυτα με τη σχεδόν ξεχασμένη τοποθεσία του.
Το εσωτερικό είναι σχεδόν παντού καλυμμένο από ξύλο με έντονα ζεστά χρώματα. Οι καρέκλες και τα τραπέζια είναι ξύλινα, τα διακοσμητικά είναι ξύλινα, ο τεράστιος θρόνος είναι ξύλινος. Συνολικά τέσσερα ηχεία με ύψος πάνω από δύο μέτρα είναι και αυτά από μονοκόμματο ξύλο. Το καφέ είναι προσωπικό πρότζεκτ του Shingo Kojima (小島伸吾), ο οποίος έχει φτιάξει με τα χέρια του όλα τα ξύλινα αντικείμενα του χώρου. Δεν είδα ταμπέλες με τιμές, πάντως σίγουρα αρκετά από τα διακοσμητικά θα είναι προς πώληση. Σε κάθε περίπτωση, το εργαστήρι ξύλου είναι ακριβώς δίπλα στο καφέ.
Το μαγαζί είναι συνήθως άδειο και ήσυχο, σερβίρει καφέ και γεύμα με κάρυ και ρύζι. Εκτός από ξυλοκατασκευές, πουλάνε επίσης καπνιστό μπέικον. Το μεγάλο παράθυρο έχει θέα προς την κοιλάδα και την πόλη, ενώ το καλοκαίρι ανοίγουν την πλαϊνή βεράντα που προσφέρει ακόμα μεγαλύτερο οπτικό πεδίο.
Το Τσιτσίμπου είναι διαγώνια ΒΔ από εκεί που μένω, οπότε μπορείς να το προσεγγίσεις σε 2.5 ώρες είτε πηγαίνοντας μέσω Σιντζούκου από το Τόκυο, είτε κάνοντας ελαφριά παράκαμψη μέσω Χατσιότζι από Καναγκάβα. Στο γυρισμό πήραμε τον κάτω δρόμο, γιατί περνάς περισσότερη ώρα μέσα στο πράσινο, αντί για το τσιμεντέ της πόλης. Κάποια στιγμή, εμφανίζονται ψηλοί φοίνικες στο πλάι της εθνικής και τα μαγαζιά αλλάζουν σε στυλ, ενώ οι επιγραφές είναι τεράστιες και στα αγγλικά. Τι συμβαίνει εδώ;
Μετά από λίγο, εμφανίζεται ένα αεροπλανάκι Cessna να διακοσμεί την είσοδο μιας πολυκατοικίας, τι στο καλό; Πώς προέκυψε αυτή η γειτονιά στη μέση του πουθενά;
Τελικά, λύθηκε το μυστήριο, όλο το αριστερό κομμάτι της εθνικής είναι η αμερικανική αεροπορική βάση της Γιοκότα, στην οποία συστεγάζεται και τμήμα της Ιαπωνικής αεροφρουράς άμυνας. Η βάση αυτή χτίστηκε από τον ιαπωνικό αυτοκρατορικό στρατό, αλλά γλύτωσε τους βομβαρδισμούς στο τέλος του ΒΠΠ. Οπότε, οι αμερικανοί που εγκαταστάθηκαν εκεί την χρησιμοποίησαν όπως είναι, την επέκτειναν, και τώρα είναι από τις μεγαλύτερες αμερικανικές βάσεις στο Τόκυο, μαζί με τη βάση του ναυτικού στη Γιοκόσουκα. Όπως συμβαίνει στα μέρη όπου κατοικούν πολλοί Αμερικανοί, η γειτονιά μεταμορφώθηκε σε American Town με ότι αυτό συνεπάγεται για το στυλ, το ντεκόρ και τις ομιλούμενες γλώσσες στα καταστήματα.
Στο δρόμο της επιστροφής, είχε απίστευτη κίνηση, όπως συμβαίνει συνήθως στη μητρόπολη του Τόκυο. Τουλάχιστον, επιλέγοντας το δρόμο δίπλα από το ποτάμι Τάμα γλυτώνεις τα διόδια και έχεις θέα την άπλα του ποταμού όσο περιμένεις ακινητοποιημένος.
2 thoughts on “Μονοήμερη εκδρομή από το Τόκυο: Πάμε Τσιτσίμπου;”